- υπογραουβάκης
- ο, Ν(πετρογρ.) σκοτεινόχρωμο ιζηματογενές πέτρωμα που περιέχει 65% ώς 95% ελεύθερο γαλαζία με τη μορφή κόκκων διαμέτρου 1/16 ως 2 χιλιοστομέτρων μέσα σε μια θεμελιώδη μάζα με μικρή περιεκτικότητα σε ιλυάργιλο και υψηλή, συχνά, περιεκτικότητα σε ανθρακικά ορυκτά.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. subgrauwacke].
Dictionary of Greek. 2013.